Ο Πολυθεϊσμός αποτελεί ένα προηγούμενο στάδιο της Θρησκείας, πρόδρομός της ή και βάσις της, αλλά αυτός ο ίδιος δεν είναι ακόμη Θρησκεία. Στην Θρησκεία έχουμε μία θετική σχέση του ανθρώπου με τις ανώτερες δυνάμεις από τις οποίες ζητεί προστασία και τις λατρεύει.
Στις Πολυθεϊστικές λατρείες ο άνθρωπος λατρεύει όντα αυθαίρετα και ασταθή ενώ στην λατρεία του Δωδεκαθέου η θρησκευτική συνείδηση συνδέεται με την συναίσθηση σταθερών κανόνων και διατάξεων που διέπουν την πορεία των φαινομένων.
Ο Πολυθεϊσμός ως προστάδιο της Θρησκείας σχετίζεται με την δαιμονολατρεία και τον τοτεμισμό. Επί της λογικής αυτής ακούμε τον ισχυρισμό ότι ο Ζεύς είναι ο κεραυνός, η Ήρα ο αέρας, ο Άρης ο πόλεμος ή ο Ήφαιστος η φωτιά. Ο Πολυθεϊσμός δεν είναι παρά μία πρωτογενής δεισιδαιμονία, μία εκδήλωση κοσμοθεωρίας των πρωτογενών λαών ή τουλάχιστον ένα ουσιώδες γνώρισμα αυτής. Σ’ αυτήν την πρωτογενή θρησκεία τα πάντα είναι συγκεχυμένα χωρίς να έχει διαμορφωθεί μιά σταθερή κοσμοθεωρία.
Με την εισαγωγή της λατρείας του Δωδεκαθέου επέρχεται τάξη στις Πολυθεϊστικές αντιλήψεις. Δημιουργείται σύστημα και όχι τάξη από το χάος του ασυνάρτητου πλήθους των θείων όντων όπως τα πνεύματα, οι τοπικοί θεοί, οι δαίμονες, οι ήρωες, τα φετίχ και τα λοιπά αντικείμενα της λατρείας.
Από το πλήθος απείρων μεγάλων και μικρών τοπικών θεοτήτων που είναι περιορισμένοι κατά τόπο, όνομα και φύση, αναφύονται οι μεγάλοι θεοί του Δωδεκαθέου που έχουν γενικότερη σημασία. Οι παλαιοί θεοί που ανήκουν στον Πολυθεϊσμό, θηριόμορφοι συνήθως, υποχωρούν και δίνουν την θέση τους στους ύψιστους ανθρωπόμορφος θεούς του Ολύμπου. Οι γίγαντες κατανικώνται και δεσμεύονται. Ο Απόλλων εκθρονίζει στους Δελφούς την πανάρχαια θεότητα της γής και τον ιερό της όφι, τον Πύθωνα.
Συστηματοποιούνται οι Θεοί και ο Ηρόδοτος απαριθμεί, ταξινομεί, και ενοποιεί τα θεία όντα όπως κάνει και ο Όμηρος και ο Ησίοδος. Αυτοί δίνουν στου Έλληνες την Θεογονία. Οι θεοί περιγράφονται ο καθένας σύμφωνα με την ενέργειά του, τις ικανότητες και την μορφή του. Κατά την Θεογονία συσχετίζονται στην μεγάλη οικογένεια των Ολυμπίων, των ουράνιων δηλαδή θεών, της οποίας κεφαλή είναι ο Ζεύς. Ως υιοί, αδελφοί και σύζυγοι αποκτούν όλοι θέση επί του Ολύμπου.
Η ανθρωπομορφική παρουσίαση του θείου σε καμμία περίπτωση δεν οδηγεί σε απώλεια του κύρους και της απρόσιτης φύσης του θεού. Με την βοήθεια των μεγάλων θεόπνευστων γλυπτών όπως ο Φειδίας, τα αδέξια ξόανα αποκτούν περικαλλή μορφή.
Ο Πολυθεϊσμός εξελίσσεται στην λατρεία του Δωδεκαθέου και δεν αποτελεί ένα κενό αριθμητικό σχήμα αλλά ένα βαθύτερο θρησκευτικό νόημα που μόνον τα ευσεβέστερα πνεύματα μπορούν να συναισθανθούν.
Ο αριθμός Δώδεκα είναι ένας θείος αριθμός με τον οποίο μετρώνται όλα τα θεία πράγματα. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης (Βιβλος τέταρτη 4) με τον τρόπο αυτό παρουσιάζει το απαραβίαστο του αριθμού Δώδεκα στον Όλυμπο:
«τον δ' ουν Ήρακλεα λεγουσι καταλεγόμενον υπό τον Διός εις τους δώδεκα θεούς μη προσδεξασθαι την τιμήν ταύτην αδύνατον γαρ ην τούτον καταλεχθηναι μη πρότερον ενός των δώδεκα θεών εκβληθέντος άτοπον ουν είναι προσδεξασθαι τιμήν ετέρω θεώ φερουσαν άτιμιαν).
(Λένε, επίσης, για τον Ηρακλή πως ο Δίας τον κατέταξε στους δώδεκα θεούς, αλλά εκείνος δεν δέχτηκε τούτη την τιμή· γιατί ήταν αδύνατον να συγκαταλεχτεί σ' εκείνους, αν πρώτα δεν αποβαλλόταν ένας από τους δώδεκα- ήταν άτοπο, λοιπόν, να δεχτεί μια τιμή που θα ατίμαζε κάποιον άλλο θεό).
Ο ουρανός διαιρείται στα δώδεκα σημεία του Ζωδιακού κύκλου, ενώ ο Πυθαγόρας δημιουργεί το πέμπτο και τελευταίο των κανονικών στερεών, το Δωδεκάεδρο, το οποίο αποτελείται από κανονικά πεντάγωνα.
Βασίζεται στην χρυσή τομή, τον χρυσό αριθμό και εκφράζει την τελειότερη σύνθεση. Συμβολίζει το πέμπτο στοιχείο, τον Αιθέρα και το Σύμπαν ολόκληρο.
Τους Πυθαγορικούς κύκλους απέκτησε τις πλέον καταπληκτικές ιδιότητες τάξεως μαθηματικής, φυσικής αλλά και μεταφυσικής. Είναι ένα σύμβολο που ανάγεται στην κοσμική ανάπτυξη στον χώρο και συμβολίζει την ιστορία και τον σκοπό του σύμπαντος.
ΣΤΡΑΒΩΝ «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΙΓ» 48
«επί δε τω Λεκτώ βωμός των δώδεκα θεών δείκνυται, καλούσι δ' Αγαμέμνονος ίδρυμα»
(Πάνω στο Λεκτό υπάρχει βωμός των δώδεκα θεών και λένε ότι τον έχτισε ο Αγαμέμνων).
ΣΤΡΑΒΩΝ «ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΙΓ» 5
«του μεν ούν στόματος το πλάτος περί όγδοήκοντα σταδίους εστίν, έγκολπιζοντι δε Μύρινα εν εξηκοντα σταδίοις, Αίολίς πόλις έχουσα λιμένα, είτ' Αχαιών λιμήν, όπου οι βωμοί των δώδεκα θεών, είτα πολίχνιον Μυριναίων Γρύνιον και ιερόν Απόλλωνος και μαντείον αρχαίον και νεώς πολυτελής λίθου λευκού»
«Η είσοδος του κόλπου έχει πλάτος ογδόντα στάδια. Μέσα στον κόλπο η Μύρινα, στα εξήντα στάδια. Είναι Αιολική πόλη με λιμάνι. Μετά ο λιμήν Αχαιών, όπου οι βωμοί των δώδεκα θεών, μετά πολίχνη των Μυριναίων, το Γρύνιο, ιερό Απόλλωνα, αρχαίο μαντείο, ναός πολυτελής από λευκό μάρμαρο.»
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤ' 54
«και άλλοι τε αυτών ήρξαν τήν ενιαύσιον Άθηναίοις αρχήν και Πεισίστρατος ό Ίππίου του τυραννεύσαντος υιός, του πάππου έχων τούνομα, ος τών δώδεκα θεών βωμόν τον εν τη αγορά άρχων άνέθηκε και τον του Απόλλωνος εν Πυθίου»
«Πολλοί απ' αυτούς άσκησαν την εξουσία του ετήσιου άρχοντα, κι ιδιαίτερα ο Πεισίστρατος, γιος του τυράννου (Ιππίας που είχε το όνομα του πάππου του, ο οποίος, όταν ήταν άρχοντας, αφιέρωσε στην αγορά βωμό στους δώδεκα θεούς και άλλον στο Πύθιο στον Απόλλωνα».
ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΕΡΑΤΩ (6) 108
«Λακεδαιμόνιοι μεν νυν Πλαταιεύσι ταύτα συνεβούλευσαν, οι δε ουκ ήπίστησαν, αλλ’ Αθηναίων ιρά ποιεύτων τοίσι Δυώδεκα Θεοίσι ικέται ιζόμενοι επί τον βωμόν εδίδοσαν σφέας αυτούς».
«Αυτά συνεβούλευσαν οι Λακεδαιμόνιοι στους Πλαταιείς και αυτοί δεν απίστησαν. Έστειλαν μια πρεσβεία στους Αθηναίους, οι οποίοι έτυχε να ασχολούνται με τις θυσίες τους προς τιμήν των Δώδεκα θεών οι πρέσβεις κάθισαν στον βωμό ως ικέτες και παραδόθηκαν».
Πίνδαρος - ολυμπιονικος χ 49,50
«τιμάσαις πόρον Άλφεού μετά δώδεκα ανάκτων θεών και πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο»
«Έτσι τον ποταμό Αλφειό και τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου τους υπέρτατους τίμησε και τον λόφο ονόμασε Κρόνιο»
ΠΟΛΥΒΙΟΣ ΙΣΤΟΡΙΩΝ Δ 6
«από μεν τής Προποντίδος το κατά Καλχηδόνα διάστημα και Βυζάντιον, ο δεκατεττάρων εστί σταδίων, άπό δε του Πόντου το καλούμενον Ιερόν, εφ' ου τόπον φασι κατά την εκ Κόλχων άνακομιδήν Ιάσονα θύσαι πρώτον τοις δώδεκα Θεοίς ό κείται μεν επί τής Ασίας, απέχει δε τής Ευρώπης επί δώδεκα στάδια προς το καταντικρύ κείμενον Σαραπιείον τής Θράκης».
(Στο στόμιο από την Προποντίδα δεσπόζει η απόσταση ανάμεσα στην Καλχηδόνα113 και στο Βυζάντιο, που είναι δεκατέσσερα στάδια, και από τον Εύξεινο πόντο το λεγόμενο Ιερό, στον τόπο όπου λέγεται ότι πρόσφερε για πρώτη φορά θυσία στους δώδεκα θεούς ο Ιάσονας, όταν επέστρεφε από τη χωρά των Κόλχων αυτό βρίσκεται στην Ασία και απέχει από τήν Ευρώπη δώδεκα στάδια από το Σαραπιείο της
Θράκης).
Ο όρος «Εθνικός» στην πρώτη του έννοια , αναφέρεται σε αυτόν που ανήκει στο έθνος , ως όμως θρησκευτικός προσδιορισμός είναι απαξιωτικός . Είναι ο ειδωλολάτρης , αυτός που δεν είναι Χριστιανός η Ιουδαίος .
Ειναι ο GOY
Τα «έθνη» είναι ένας τεχνικός όρος που χρησιμοποιήθηκε από τους Εβδομήκοντα και σημαίνει όλους εκείνους που δεν είναι Ιουδαίοι , και αργότερα σημαίνει κάθε μη μονοθεϊστική θρησκεία , σε αντίθεση με τον Ιουδαϊσμό , τον Χριστιανισμό και τον Ισλαμισμό . Οι ιδέες για τα έθνη και την εθνική θρησκεία στην περίοδο των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου , παρουσιάζονται στην Παλαιά Διαθήκη και δεν είναι παρά μια πολεμική η οποία απορρίπτει και καθυβρίζει την Ελληνική Θρησκεία . Την πολεμική των Ιουδαίων κατά της Ελληνικής Θρησκείας την κληρονόμησαν οι Χριστιανοί συγγραφείς των πρώτων αιώνων . Έτσι το Δωδεκάθεο δεν είναι παρά ένα δημιούργημα του ανθρωπίνου πνεύματος που στερείται του φωτός της αποκαλύψεως στο οποίο αποκλειστικό προνόμιο έχει η Χριστιανική θρησκεία και η Ισραηλιτική. Η Θρησκεία του Δωδεκαθέου δεν είναι παρά πλάνη , διαστροφή , ματαία ζήτησις , έκπτωση και απομάκρυνση από την αρχή της Δημιουργίας και την αποκάλυψη στον άνθρωπο του Θεού . Αυτά διδάσκουν ο Παύλος και ο Αυγουστίνος , θεωρώντας το Δωδεκάθεο ως έκπτωση από την απλή και καθαρή αλήθεια , την αμαύρωσή της και την διαστροφή της . Σ’ αυτά βέβαια δεν περιλαμβάνεται ούτε η Χριστιανική , ούτε η Ιουδαϊκή Θρησκεία . Όλη η ιστορία των θρησκευμάτων είναι η ιστορία της «αποκαλύψεως» , που στον χριστιανισμό είναι πλήρης Κεντρική ιδέα είναι ότι ο Θεός έδωσε το θείο φως του αποκλειστικά και μόνον στον μικρό λαό του Ισραήλ , εγκαταλείποντας το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας στο σκοτάδι . Μόνος ο Χριστιανισμός είναι απαλλαγμένος από κάθε κακό και περιέχει αγαθά που η «Εθνική» Θρησκεία δεν μπορεί να συλλάβει ούτε κι όταν κατακτά τις υψηλότερες έννοιες . Ο Χριστιανός πρέπει να διακρίνει τον εαυτό του από τα έθνη και να καταδικάσει τους Εθνικούς οι οποίοι έχουν βουλιάξει σε μια κρίση ηθικής και διαβιώνουν μέσα στην πορνεία , την παιδεραστία , την ομοφυλοφιλία και κάθε ανηθικότητα . Κατά συνέπεια ο Έλλην που σέβεται την Ελληνική Θρησκεία του Δωδεκαθέου δεν είναι δυνατόν να αυτοπροσδιορίζεται ως Εθνικός καθόσον ο όρος αυτός είναι υβριστικός, ανάλογος του «Ειδωλολάτρη» και δημιουργήθηκε με μόνο σκοπό να καθυβρίσει τα σεβάσματα των προγόνων μας .
Γιατί δεν είμεθα "άρχαιόθρησκοι", αλλά ανήκουμε στην
"Ελληνική Θρησκεία τού Δωδεκαθέου"
Παναγιώτης Μαρίνης
Περοδικό «Τρίτο μάτι».
Νοεμβρ. 2006
Δεν είμεθα "άρχαιόθρησκοι" διότι:
Α) Ό όρος "άρχαιόθρησκοι" αναιρεί τον έθνικόν χαρακτήρα της θρησκείας μας. Ή θρησκεία μας είναι ή θρησκεία του Ελληνικού Πολιτισμού καί ως τοιαύτη καλείται "Ελληνική", όπως ακριβώς λέγομε "Ιαπωνική θρησκεία" ή "θρησκεία των Μαορί". Αυτό συμβαίνει με όλους τους λαούς της Γης, λέγομε λ.χ. "ή θρησκεία της φυλής Γιορούμπα'" της Νιγηρίας (Υοruba Religion εις την διεθνή βιβλιογραφίαν), δέν λέγομε ή "άρχαιοθρησκεία των Γιορούμπα". έστω κι αν αρκετοί εξ αυτών έγιναν σήμερον Χριστιανοί. Δέν είναι δυνατόν άπαντες οι παραδοσιακοί Λαοί, λ.χ. της Αφρικής, να τιμούν τάς παραδόσεις τής φυλής των ώς σύγχρονον πραγματικότητα καί να είναι υπερήφανοι δι’ αύτάς καί εμείς να τάς αποκαλούμε "αρχαίας".
Εις την διεθνή φιλολογικήν βιβλιογραφίαν ή Ελληνική θρησκεία έχει όνομα:Greek Religion. Το νά απεμπολούμε τον διεθνώς κατωχυρωμένον τίτλον σημαίνει ένα πράγμα, ότι δηλώνομε πώς δέν ακολουθούμε εκείνην την θρησκείαν, άλλα ανήκουμε εις το ρεύμα τού νεο-παγανισμού, δηλαδή ακολουθούμε ένα ρεύμα θρησκευτικής αναζητήσεως (απολύτως σεβαστόν), Όχι όμως μίαν έθνικήν παράδοσιν. H θρησκεία μας παρουσιάζεται μ' αυτήν τήν ονομασία πρωτίστως ώς "πνευματική άναζήτησις" (Όπως η Yoga) όχι ώς εθνική παράδοσις (όπως δηλαδή διάφοροι βορειοαμερικανοί τελούν "παγανιστικάς" πρακτικάς, όχι όπως οι Ιάπωνες τηρούν τάς πανάρχαιας παραδόσεις των).
Β) Κατ' άναπόδραστον συνέπειαν τών ανωτέρω, διά τού όρου "άρχαιόθρησκοι" άρνούμεθα τό γεγονός ότι ή Ελληνική θρησκεία έφθασε εις ημάς ως ζώσα κληρονομιά διά συνεχούς επιβιώσεως, ώς προς τάς φιλοσοφικάς αντιλήψεις καί πλείστας τελετουργικάς πρακτικάς, καλυπτομένας ύπό υποχρεωτικής μυστικότητος, διά τών Έλληνιζόντων τού Βυζαντίου καί κατόπιν διά τών φιλοσόφων τής Ελληνικής Γραμμής, ώς προς δε τήν εύρυτέραν κοσμοθέασιν, τα
έθιμα και τήν δημοτελή πλευράν της διά τού Λαϊκού Πολιτισμού.
Τήν έλληνικήν Κοσμοθέασιν τήν έμάθαμε άπό τήν οίκογένειάν μας, όχι από τα βιβλία. Ή σύγχρονος ελληνική θρησκευτική έκφρασις δεν αποτελεί άναδημιουργίαν ή άναβίωσιν, αλλά δημοσίαν έπανεμφάνισιν.
Γ) Ή χρήσις τού όρου "άρχαιόθρησκοι" δικαιώνει — πανηγυρικώς — τήν θέσιν της Όρθοδόξου εκκλησίας, και δή διττώς.
Πρώτον δικαιώνει τήν προσπάθειάν της νά μάς παρουσίαση ώς άτομα πού επιχειρούν νά αναβιώσουν εκ τού μηδενός μίαν "νεκράν θρησκείαν" "εν μέση Χριστιανική και όρθοδόξω Ελλάδι".
Δεύτερον, δικαιώνει ειδικώτερον τήν άποψιν ότι προσπαθούμε νά άναβιώσωμε ένα πλήθος αρχαίων λατρειών, ασχέτων μάλιστα με τήν "ούσίαν" τής Έλληνικότητος.
Επιπλέον, ό όρος "άρχαιόθρησκοι", άκυρώνων τον έθνικόν χαρακτήρα τής θρησκείας (βλ. § α' ανωτέρω), υπονομεύει τήν έννοιαν τών "πατρώων Θεών", εις τήν λατρείαν τών οποίων θεμελιούται η ελληνική ταυτότης.
Τούτο επιτυγχάνεται ιδίως διά τού παραγκωνισμού τού όρου Δωδεκάθεου ("Ελληνική Θρησκεία τού Δωδεκαθέου"), διότι ούτος αναφέρεται εις τους Όλυμπίους Θεούς, οίτινες αποτελούν τό πλέον σεβαστόν διά το έπίπεδον τού άνθρωπου σημείον αναφοράς εις τους θείους κόσμους. Επιπλέον δέ, ή λατρεία των ώς συνόλου συνιστά ίδιον χαράκτηριστικόν τής Ελληνικής θρησκείας, διαφοριζομένης ούτως αυτής άπό τών λοιπών παραδοσιακών θρησκειών τής αρχαιότητος (λ.χ. τής Αιγυπτιακής).
Προκειμένου, λοιπόν, νά μάς στερήσουν τού όρου αυτού διάφοροι άπολογηται τού Χριστιανισμού εν πρώτοις μάς ...ενθυμίζουν ότι οί αρχαίοι Έλληνες ελάτρευαν πλειάδα Θεών και όχι μόνον δώδεκα* εδώ παρέλκει οιαδήποτε επιχειρηματολογία: εννοείται ότι τιμούμε απαντάς τους Θεούς (διό και ό βωμός "τω Αγνώστω Θεώ") και όχι μόνον δώδεκα.
Επιπλέον, αρνούνται και τήν ιδίαν τήν ύπαρξιν λατρείας τού Δωδεκαθέου εις τήν αρχαιότητα. Τους διαψεύδει πανηγυρικώς ό Βωμός τών Δώδεκα Θεών εις τήν Άγοράν τών Αθηνών (Ίδέ τό θεμελιώδες κείμενον «Δωδεκάθεον» με όλα τά στοιχεία πού αποδεικνύουν τον κυριαρχικόν
ρόλον του κατά τήν Κλασσικήν έποχήν και ότι πραγματικά «βιώθηκε», εις "Έλλ. Πάνθεον", τ. 23).
Δ) Πέραν αυτών, ό όρος "αρχαιόθρησκοι" μάς κάμνει "παρίες" εντός τού ιδίου τού κράτους μας. Άναγνωρίζομε δηλαδή οί ίδιοι εις τόν Χριστιανισμόν τήν ιδιότητα τής "εθνικής θρησκείας", ένω εμείς αύτοπαρουσιαζόμεθα ώς "παράξενοι", ώς "οί γραφικοί με τις χλαμύδες".
Επιπλέον επιβεβαιώνει τους ιστορικούς μύθους πού έχει διασπείρει ό Χριστιανισμός. Συσκοτίζει τό γεγονός ότι ό όρος "Έλλην" ήτο ύβρις διά τους Χριστιανούς μέχρι και τού 19ου αιώνος: ό Αγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης αποκαλεί τά λαϊκά έθιμα "σατανικά και ελληνικά". Αφήνεται επομένως ελεύθερον τό πεδίον εις τήν Όρθόδοξον ίεραρχίαν νά παίξη τόν έθναρχικόν ρόλον της, καλύπτουσα τό παρελθόν της και συνεχίζουσα τήν συκοφάντησιν τής αρχαιότητος. Προσφέρομε δικαίωσιν εις τό ψευδές ιδεολόγημα τού "ελληνοχριστιανικού πολιτισμού", άκυρούντες ούτω τήν προοπτικήν μιας αναγεννήσεως τού Ελληνικού Πολιτισμού!
Ε) Τέλος, ό όρος "άρχαιόθρησκος" είναι αδόκιμος επειδή είναι ασαφής. Εις ποίαν θρησκείαν άραγε αναφέρεται; "Αρχαίαι θρησκείαι" είναι πολλαί: Ελληνική, Αιγυπτιακή, Βαβυλωνιακή, Φρυγική. Ακόμη και εάν θεωρηθή ότι εξυπακούεται πώς αναφερόμεθα εις τόν έλληνικόν χώρον - πού δεν εξυπακούεται- και πάλιν ύπήρχον πολλαί θρησκείαι εις τόν ελληνικόν χώρον. Είμεθα λάτρεις τής αιγυπτιακής θρησκείας; Φαντασθήτε τί θά συμβή εις ένα διεθνές συνέδριον παραδοσιακών θρησκειών: άλλοι θά όνομάζωνται "Όδδινισταί", άλλοι "θρησκεία τής Λιθουανίας" και εμείς "άρχαιόθρησκοι". Δηλαδή;
Περαιτέρω, έφ' όσον κάποιος θελήση νά προκαλέση σκόπιμον σύγχυσιν και νά εισαγάγη μή ελληνικά στοιχεία εις τήν πρακτικήν του, θά δύναται νά ίσχυρισθή ότι παρ' όλα αυτά παραμένει άρχαιόθρησκος. Άς διευκρινισθή εδώ ότι σεβόμεθα απολύτως και τήν αίγυπτιακήν και τάς άλλας αρχαίας θρησκείας, άλλα άλλο αυτό και άλλο νά μήν προσδιορίζωμε ότι ακολουθούμε τήν Έλληνικήν θρησκείαν... Άλλο ό γόνιμος, φιλοσοφικός συγκρητισμός και άλλο ή χαοτική μείξις ετεροκλήτων στοιχείων.
Μέχρις εδώ ασαφής ό όρος, περαιτέρω όμως
και επικίνδυνος, καθώς καλύπτει υπό τήν γενικότητα του κάθε πιθανήν ή άπίθανον παρεκτροπήν έκ τών κοινώς αποδεκτών ορίων συμπεριφοράς. Υπάρχει, δηλαδή, ό κίνδυνος κάποιος (πιθανώς "προβοκάτορας") νά είσαγάγη διαφόρων ειδών παραβατικάς πρακτικάς, ισχυριζόμενος ότι είναι αρχαίαι (εξάλλου και ή ρωμαϊκή "συνωμοσία τών Βάκχειων" αρχαία είναι)...
Έάν λοιπόν δέν υπάρχει η σαφήνεια ότι αναφερόμεθα εις τήν Έλληνικήν θρησκείαν, τότε αι θύραι είναι άνοικταί δι' ένδεχομένην νόθευσιν τής έλληνικότητος τής κοσμοθεάσεως και τής λατρείας μας διά μή παραδοσιακών στοιχείων.
Έν κατακλείδι, είμεθα κατά οιουδήποτε εξαναγκασμού εις χρήσιν συγκεκριμένων όρων, και δή κατόπιν εντολής ...δικαστηρίου. Καταδικάζομε πλήρως τόν όρον «Άρχαιόθρησκοι»! Περαιτέρω δέ, μένομε σταθεροί εις τους τετιμημένους όρους "Έλλην" και "ελληνικός", καθώς και εις τήν όνομασίαν "Ελληνική Θρησκεία τού Δωδεκαθέου", ώς σαφή και καθαράν.